dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
αποθεματικό σε ρευστό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Liquiditätsreserve
Ⓦ
Ⓖ
…